|
Αρχική Σελίδα Ιστορία Τα Χειρόγραφα της Μονής Προδρόμου Προλεγόμενα
|
Τον Αύγουστο του 1990 πραγματοποιήθηκε στη Σόφια ένα επιστημονικό Συμπόσιο
με δύο σημαντικές διαστάσεις. Η μία διάσταση ήταν καθαρά επιστημονική,
ένα επιστημονικό ζήτημα που παρέμεινε ως αίνιγμα για επτά και πλέον δεκαετίες
έβρισκε τη μόνη ορθή και ενδεδειγμένη λύση του1.
Ένα μεγάλο μέρος από τα χειρόγραφα που συναποκόμισαν το 1917 οι Βούλγαροι
από τις μακεδονικές Βυζαντινές μονές του Τιμίου Προδρόμου Σερρών και Παναγίας
Αχειροποιήτου του Παγγαίου (της επανομαζόμενης Κονίσιτσας, μτγν. Εικοσιφοίνισσας)
και για τα οποία "ουδένα ποτέ έκαμαν λόγο"2,
βρίσκονταν, όπως υπέθεταν ως τότε πολλοί ειδικοί επιστήμονες, στη Σόφια,
εναποκείμενα στον πρόσφατο σταθμό του ταξιδιού τους, στο Ερευνητικό Κέντρο
Σλάβο-Βυζαντινών Σπουδών "Ivan Dujcev" του Πανεπιστημίου της Σόφιας. Ένα
"από τα μεγαλύτερα ερωτηματικά της βυζαντινολογίας και της ελληνικής κωδικολογίας"4
είχε λυθεί. Το ηθικό πρόβλημα που βάραινε με τη σιωπή τους Βούλγαρους επιστήμονες3
είχε, έστω αργά, διευθετηθεί χάρη στις προσπάθειες ορισμένων ακαδημαϊκών
κύκλων της γειτονικής χώρας και την τόλμη που επέδειξε για την πραγματοποίηση
τους η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου της Σόφιας Axinia Dzurova.
Η άλλη διάσταση του προβλήματος ήταν εξωεπιστημονική. Είναι γνωστά τα ιστορικά
συμφραζόμενα μέσα στα οποία συνέβησαν τα γεγονότα της διάλυσης των βιβλιοθηκών
των δυό, κυρίως, μεγάλων σταυροπηγιακών μονών του μακεδονικού χώρου, μη
αμφισβητήσιμα ιστορικά γεγονότα τα οποία κάλυψε για εβδομήντα σχεδόν έτη
"μετά τη βουλγαρικήν διαπραγήν"5 ένα πέπλο
σιγής, παράλληλο προς το "ανεξιχνίαστον μυστήριον"6
που συνδέθηκε με την "πολύτιμον συλλογήν των χειρογράφων, της μονής Κοσινίτσας"7,
ιδίως, αφού η συλλογή των χειρογράφων της μονής του Τιμίου Προδρόμου Σερρών
είχε τυπικά επιστραφεί το 1923 στην Ελλάδα και κατέληξε στην Εθνική της
Βιβλιοθήκη.
Η απόφαση, λοιπόν, να δοθεί στη δημοσιότητα η είδηση για την ύπαρξη των
υπολοίπων ελληνικών χειρογράφων στη Σόφια ήταν ταυτόχρονα εκ μέρους των
Βουλγάρων και μια απόφαση "πολιτική", δεδομένου ότι η αποκάλυψη του επτασφράγιστου-και
για τον επιστημονικό κόσμο και για την πολιτική ηγεσία της γειτονικής χώρας-μυστικού
δήλωνε ταυτόχρονα, εμμέσως πλην σαφώς, και την παραδοχή των συμβάντων που
βάραιναν την πλάτη του ομόδοξου βουλγαρικού λαού με ευθύνες άλλων υπευθύνων
της πολιτικής ηγεσίας του και με δομές αντιλήψεων άλλων εποχών. Έτσι η
τρίτη διάσταση του προβλήματος παρουσιάζει συνθετότερη μορφή, αφού η στάση
και των επιστημόνων και των ηγεσιών έπρεπε να δοκιμαστεί απέναντι στη νέα
πραγματικότητα. Ένα ζήτημα με δύο κατευθύνσεις ανέκυπτε ως νέα πρόκληση
μέσα στο κλίμα ενός διαλόγου που, ύστερα από τόσα χρόνια σιωπής ήταν ανάγκη
να ξαναρχίσει στο πλαίσιο της πολιτιστικής και επιστημονικής συνεργασίας
των δύο γειτονικών χωρών, με το βλέμμα προσηλωμένο τόσο στο σεβασμό των
εθνικών παραδόσεων των δύο λαών και στην αυτογνωσία του παρελθόντος, όσο
και στις προοπτικές του μέλλοντος, με βάση τα απολύτως σεβαστά και καλώς
εννοούμενα εθνικά συμφέροντα των δύο κρατών.
Ως Έλληνας επιστήμονας με απόλυτη προσήλωση στο χρέος, που είναι η αναζήτηση
της αλήθειας, μαζί και με άλλους συναδέλφους, πρόθυμα ανταποκρίθηκα στην
πρόκληση και πρόσκληση της συνεργασίας των Βουλγάρων συναδέλφων μας που
είχαν "δείξει ποικιλοτρόπως την επιθυμία των να διασπάσουν την επιστημονικήν
απομόνωσιν, εις την οποίαν είχον καταδικάσει εαυτούς κατά το παρελθόν"8,
έχοντας επίγνωση ταυτόχρονα ότι απομένει σε εκκρεμότητα η οριστική διευθέτηση
του άλλου σκέλους του προβλήματος. Αναγνωρίζοντας το δικαίωμα στους Βουλγάρους
συναδέλφους μας να μην αποβάλλουν την εθνική τους ταυτότητα, όπως απαιτεί
η αμοιβαία κατανόηση, με προέκταση και προς τη δική μας πλευρά, έχουμε
χρέος να αναζητούμε τους τρόπους επικοινωνίας των δύο γειτονικών χωρών
μας, διδάσκοντας το πνεύμα της επιστημονικής συνεργασίας μας και των εφαρμογών
της και σε άλλους τομείς, που θα παραμερίσουν οριστικά όσα χωρίζουν τους
δύο λαούς και θα καλλιεργήσουν εκείνα που τους ενώνουν.
Με αυτό το πνεύμα παρουσιάζουμε σήμερα το αποτέλεσμα των ερευνών που βασίστηκε
στο άνοιγμα αυτής της συνεργασίας, πιστοί στην επιστημονική επιταγή για
την αναζήτηση της αλήθειας των πραγμάτων. Εκφράζουμε την ευχή ότι αυτό
το πνεύμα θα συνεχιστεί και θ'αποτελέσει πρόκληση και πρόσκληση στις πολιτικές
ηγεσίες των δύο χωρών να αναζητήσουν τη δίκαιη και σωστή λύση και στο άλλο
σκέλος του προβλήματος, στο οποίο εμείς ως επιστήμονες δηλώνουμε αναρμοδιότητα,
δεν παύουμε όμως να πιστεύουμε ότι οι δύο λαοί έχουν δικαίωμα να συνεργάζονται
ειρηνικά και σε τελευταία ανάλυση να μην ευθύνονται για τα σφάλματα που
τους φόρτωσαν οι διάφορες επιλογές των κατά καιρούς υπευθύνων για τις τύχες
των ηγεσιών τους. Ο μόνος δρόμος που απομένει είναι η προσπάθεια που πρέπει
να καταβάλλεται διαρκώς για τη λύση της σιωπής και τη διάλυση κάθε είδους
μυστηρίου, ώστε, με λόγους καθαρούς και αξιόπιστους, να μπορέσουμε να στεριώσουμε
τον αλληλοσεβασμό και την αμοιβαία κατανόηση. Με άλλα λόγια να συνεχίζουμε
τον διάλογο, το μόνο μέσο για την επίλυση των όποιων προβλημάτων μας.
Η έκδοση αυτή δεν αποτελεί οριστική σύνθεση όλων των θεμάτων που σχετίζονται
με τις βιβλιοθήκες των δύο μακεδονικών μονών. Αποτυπώνει κυρίως την εξελικτική
διαδικασία μιας συγκεκριμένης έρευνας. Από την άποψη αυτή παραμένει ακόμη
εν ενεργεία ερευνητική εργασία, που λειτουργεί ταυτόχρονα ως "κατάθεση"
γύρω από τους προβληματισμούς για το μεγάλο ζήτημα της "αποκατάστασης"
των δύο μοναστηριακών βιβλιοθηκών στον τομέα των χειρογράφων. Με τη δεύτερη
ιδιότητα της η εργασία αυτή παρέχει στον αναγνώστη, με τον σαφέστατο και
σχεδόν μαθηματικό τρόπο, την εικόνα των συνόλων (ή καλύτερα των ολοτήτων),
ύστερα μάλιστα και από τις διάφορες μεταβολές που παρατηρούνται στην κατάσταση
των συγκεκριμένων χειρογράφων από τη στιγμή της μεταφοράς τους στη Σόφια
μέχρι σήμερα. Ο αναγνώστης επίσης έχει τη δυνατότητα πλέον να κατανοήσει
πλήρως το status ύστερα από κάθε επέμβαση ή μεταβολή, πάνω απ'όλα όμως
καθίσταται εγρήγορος στο να παρτηρεί και να ανιχνεύει τις τύχες και του
συνόλου και των επί μέρους. Τοποθετείται στην ουσία του προβλήματος.
Στη δομή αυτής της εργασίας προτάσσεται ως εισαγωγικό κεφάλαιο το κείμενο
μιας προφορικής ανακοίνωσης μου που έγινε στην Οξφόρδη και στο πλαίσιο
του Δ' Διεθνούς Συνεδρίου για την Ελληνική Παλαιογραφία (22-28 Αυγ. 1993).
Το κείμενο αυτό δημοσιεύεται εδώ σε παραλληλισμό με το ελληνικό αντίστοιχο
του. Πρόθεσή μου με τη συνδημοσίευση αυτή είναι: α) να καταγραφεί στη διαχρονική
της εκδήλωση η πορεία της έρευνας, όπως εκτέθηκε σ'ένα άκρως επιστημονικό
διεθνές forum τον Αύγουστο του 1993, χωρίς να τροποποιούνται καθόλου οι
απόψεις που εκφράστηκαν εκεί και β) να δοθεί η δυνατότητα και στους Έλληνες
αναγνώστες να γνωρίσουν αυτό το κείμενο, που οριοθετεί ένα terminum στην
ενασχόληση μου με τα εν λόγω χειρόγραφα στη Σόφια.
Κατά την περίοδο της δύσκολης- από κάθε άποψη-και πιεστικής προσπάθειας
μου υπήρξαν αρωγοί και συμπαραστάτες στους οποίους χρωστώ αμέσως ή εμμέσως
πάρα πολλά. Χωρίς την πληροφορία του συναδέλφου Kr.Stancev για την ύπαρξη
των χειρογράφων του "καταλόγου VI.Sis" και την άδεια για την έρευνα, σε
μια πρώτη φάση, του καταλόγου αυτού από τη Διευθύντρια του Κέντρου Σλαβο-Βυζαντινών
Σπουδών "Ιvan Dujcev", την καθηγ. A. Dzurova, το έργο αυτό δεν θα ξεκινούσε.
Χωρίς επίσης, σε μια δεύτερη φάση προβληματισμού, το αδημοσίευτο υλικό
του περιγραφικού καταλόγου των προερχομένων από τη μονή Προδρόμου Σερρών
ελληνικών χειρογράφων που είναι κατατεθειμένα στην Εθνική Βιβλιοθήκη της
Ελλάδος (αριθ. 2396-2643) του Λίνου Πολίτη, στην άμεση ανταπόκριση της
συνεργάτισσάς τους, συναδέλφου Μαρίας Πολίτη, η έρευνα αυτή δεν μπορούσε
να προχωρήσει. Η αφιέρωση του πονήματος αυτού στη μνήμη του Λίνου Πολίτη
αποτελεί ελάχιστο δείγμα τιμής στον αείμνηστο διδάσκαλο, που τόσο κοπίασε
για την υπόθεση των χαμένων χειρογράφων. Χωρίς, τέλος, τη συμπαράσταση
των συναδέλφων του Τομέα Μεσαιωνικών και Νεοελληνικών Σπουδών και του Τμήματος
Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής, καθώς και της Πρυτανείας του Αριστοτελείου
Πανεπιστημίου, η έρευνα αυτή θα παρέμενε ανολοκλήρωτη.
Σε όλους αυτούς που εξασφάλισαν τρεις καθοριστικούς παράγοντες για την
προώθηση της εργασίας εκφράζω τις θερμές ευχαριστίες μου. Ανάλογες ευχαριστίες
οφείλω και σε πολλούς άλλους που ενθάρρυναν ή και βοήθησαν σ'αυτό το εγχείρημα,
και πρώτα πρώτα στους άμεσους συνεργάτες μου στο ερευνητικό πρόγραμμα της
Σόφιας, τους καθηγητές Β. Άτσαλο και Χαράλ. Παπαστάθη, για την αμέριστη
συνδρομή τους σε όλη τη διάρκεια των δύσκολων ταξιδιών μας στη βουλγαρική
πρωτεύουσα, μεταξύ των ετών 1990-1993. Στο ερευνητικό και το υπόλοιπο διοικιτικό
προσωπικό του Κέντρου "Ivan Dujcev" για την ανθρώπινη ζεστασιά που μου
πρόσφεραν κατά τις μακρόχρονες επισκέψεις εκεί. Στους συναδέλφους της Φιλοσοφικής
Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, καθηγ. Γ. Παράσογλου,Θεοδοσία Παυλίδου,
Παναγιώτη Σωτηρούδη, Σοφία Κοτζάμπαση, και ιδιαίτερα στο συνάδελφο και
φίλο Τάσο Καραναστάση, για την αδιάκοπη έγνοια τους για κάθε πληροφορία
σχετική με τα χειρόγραφα. Για την επανεξέταση και την τελική γραπτή διατύπωση
του αγγλικού κειμένου ευχαριστώ τους W.J. Lillie, Μιχάλη Χρυσανθόπουλο
και Γιώργο Παράσογλου για τη συνδρομή τους. Δεν πρέπει να ξεχνώ τη συμβολή
των οικείων, της γυναίκας μου και των παιδιών μου, για την υπομονή και
τη συγκατάβαση που έδειξαν σε όλες εκείνες τις στιγμές που οι έγνοιες μου
για την τύχη αυτής της έρευνας τους στέρησαν πολλά, όπως και η μακρόσυρτη
απουσία μου στη φιλόξενη γειτονική χώρα.
Στον Πρόεδρο κ. Μ. Μπόλαρη και τα μέλη της Εφορείας της Δημόσιας Κεντρικής
Βιβλιοθήκης Σερρών, που κατέβαλαν κάθε προσπάθεια για να στεγάσουν στην
εκδοτική σειρά της Βιβλιοθήκης το έργο αυτό, αισθάνομαι βαρύ χρέος: και
για την τιμή που μου έγινε με την πρόταση να εκδοθεί η εργασία αυτή,και
για την εμπιστοσύνη τους στη διαίσθηση της προσφοράς του έργου στους σκοπούς
που υπηρετεί το εκδοτικό πρόγραμμα της Δημόσιας Βιβλιοθήκης των Σερρών.
Τέλος, οφείλω να ευχαριστήσω το προσωπικό του τυπογραφείου Γιώργου Δεδούση
για τον μόχθο που κατέβαλε, ώστε να γίνει αρτιότερη*
η εμφάνιση του βιβλίου.
Δεκέμβριος 1994
Βασίλης Κατσαρός
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
1. Bλ.Actess, passim.
2. Λ. Πολίτης, Έκθεση και υπόμνημα, σ. 376.
3. Μάταιες είναι οι διεκδικήσεις γύρω από το θέμα του εντοπισμού
των χειρογράφων στη Σόφια. Απορρέουν, πιστεύω, από το γεγονός ότι κατά
τη στιγμή της επανεμφάνισης των χειρογράφων ήταν απόντες ορισμένοι από
εκείνους που επιθυμούσαν σφόδρα να γευτούν αυτό το ανεπανάληπτο συναίσθημα
της χαράς και της συγκίνησης, αντικρύζοντας τα εξαφανισμένα για εβδομήντα
και πλέον χρόνια ελληνικά κειμήλια των δύο μεγάλων μακεδονικών μονών. Η
ουσία, συνεπώς, των επικλήσεων "προσωπικών φιλοδοξιών", "εθνικού χρέους"
κ.α. παρομοίων ηχηρών μεγαλοστομίων βρίσκεται αλλού (πρβλ. σ.44 σημ.2 και
σ.219 σημ.4 εδώ).
4. Λ. Πολίτης, Έκθεση και υπόμνημα, σ. 376.
5. Ο. π. σ. 376.
6. Αυτόθι
7. Ο. π., σ.
8. Ο. π., σ. 378.
* Για λόγους τεχνικούς δεν έγινε διάκριση βαρείας
και οξείας στο πολυτονικό σύστημα γραφής του βιβλίου.
|
|
Τελευταία ανανέωση (12.11.08)
|
|
|
|
|
|