|
Αρχική Σελίδα Γενικές Πληροφορίες
|
Η βλάστηση στο νομό Σερρών παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία: αμμόφιλη και αμμονιτρόφιλη
βλάστηση στην παραλία, υδρόφιλη και υδρόβια βλάστηση στην περιοχή των υγροτόπων,
λειμώνες και παραποτάμια βλάστηση κατά μήκος των ποταμών και στη λίμνη
Κερκίνη, για να καταλήξει στα δάση πλατύφυλλων και κονωφόρων στα ορεινά
του νομού.
Κατά μήκος του ποταμού Στρυμώνα ασκείται η λευκοκαλλιέργια, με τεχνητές
φυτείες ταχυαυξών κλώνων λεύκης.
Τα δάση του νομού που καλύπτουν το 20,7% της έκτασης του, χωρίζονται σε
10 συμπλέγματα. Τα είδη που κυρίως αναπτύσσονται στα δάση αυτά είναι είδη
δρυός στα χαμηλά και μεσαία υψώμετρα και τεχνητές φυτείες τραχείας πεύκης,
οξυάς και δασικής πεύκης στα μεγάλα υψόμετρα. Ελάχιστες συστάδες ελάτης
και ακόμη πιο λίγες από Ρόμπολο καλύπτουν επιλεκτικά τις πλαγιές του Παγγαίου,
του όρους Κερκίνη (Μπέλλες) και του όρους Βροντούς. Ορισμένες περιοχές
στην παραλιακή ζώνη καλύπτονται από τυπική μακία (θαμνώδη) βλάστηση με
κυρίαρχα είδη τα ρείκια και την κουμαριά. Ορισμένες άλλες καλύπτονται με
είδη φυλλοβόλων θάμνων, που αναπτύσσονται πάνω από τη ζώνη των αειφύλλων
θάμνων, σε μίξη με το πουρνάρι και περιλαμβάνουν θαμνόμορφα δένδρα ειδών
δρυός, καθώς και θάμνους των ειδών γαύρος και φράξος. Ο τύπος των φυλλοβόλων
θάμνων καλύπτει μεγάλες εκτάσεις στα χαμηλά υψόμετρα του νομού και κυρίως
γύρω από τα ημιορεινά και οριενά χωριά και κωμοπόλεις.
Στα δάση του νομού αναπτύσσονται επίσης και η οστριά, φλαμουριά, σορβιά,
φτελιά, φραξός, σκλήθρο, φουντουκιά, ιτιά, λεύκα, καρυδιά, κρανιά, καστανιά,
πεύκη (μαύρη, τραχεία και δασική), κυπαρίσσι, κέδρος, πλατάνια.
Η υποβλάστηση στο νομό Σερρών παρουσιάζει σπουδαία ποικιλία, με είδη που
παρουσιάζονται μοναδικά στην Ελλάδα, λόγω του κλιματοεδαφικού παράγοντα
στα ορεινά συμπλέγματα του νομού.
|
|
Τελευταία ανανέωση (08.01.09)
|
|
|
|
|
|
Ο Νομός Σερρών διαθέτει πλούσια πανίδα.
Στα ορεινά του νομού συναντά κανείς μεγάλα θηλαστικά όπως αγριογούρουνα,
ζαρκάδια, λαγούς, αρκούδες, λύκους, ασβούς, αλέπες, βίδρες και αγριόγατες.
Πλούσια είναι και η ορνιθοπανίδα του νομού με κυριότερα είδη την ορεινή
και πεδινή πέρδικα, φάσσες, φασοπερίστερα, τρυγόνια, αγριόκοτες, κοτσύφια,
χαλκοκουρούνες, μελισσοφάγους, τσαλαπετεινούς, ακόμη και αγριόπαπιες και
άλλα υδρόβια. Φιλοξενεί ακόμη και εποχιακούς επισκέπτες, μαζί με τα όρνια
(γυμνόλαιμοι γύπες)-ελάχιστα στον αριθμό- που ακολουθούν μια και γνωστή
δαιδρομή, όπως επίσης και το βασιλαετό στα Κρούσια, οτίδες μεγάλες κ.λπ.
Ειδικότερα στα πεδινά, ορισμένα είδη συγκεντρώνονται στις φυσικές οάσεις
που ακόμη εξακολουθούν να υπάρχουν. Πεδινές πέρδικες συγκεντρώνονται κατά
περιόδους σε ημιξηρικά εδάφη (καπνοχώραφα και αμπελώνες), ορτύκια στις
καλλιεργούμενες εκτάσεις, μελισσοφάγοι, τσίχλες και τρυγόνια, και σε κάθε
οικισμό- μικρό ή μεγάλο-οι κοινωνικά εγκόσμιες δεκαοχτούρες. Πελαργοί εξακολουθούν
να κατοικούν σε πολλά καμπαναριά, στέγες και κολώνες της Δ.Ε.Η., που γειτνιάζουν
με ορυζοκαλλιέργιες και άλλες υδάτινες δραστηριότητες και εκτάσεις. Από
μετρήσεις προέκυψε ότι 823 ζεύγη πελαργών φωλεοποιούν και παραμένουν το
θέρος στο νομό Σερρών. Το μεγαλύτερο ποσοστό διαβιώνει στην πεδινή περιοχή
και ελάχιστο στις απαρχές των λοφωδών εξάρσεων, μέχρι το υψόμετρο 280μ.
Πάνω σε κολώνες της Δ.Ε.Η. κατασκευάζουν τις φωλιές τους το 60% ενώ το
υπόλοιπο 40% του πληθυσμού σε άλλα κτίσματα (καμπαναριά, σπίτια κ.λπ.).
Τα περισσότερα κατασκευάζουν τις φωλιές τους μέσα σε οικισμό.
Επίσης στην επαρχία Φυλλίδας, όπου διατηρείται ακόμη η παλιά δόμηση των
οικισμών και οικιών, τα περισσότερα ζεύγη πελαργών κάνουν τη φωλιά τους
πάνω στις στέγες. Το 87% από αυτά αποκτούν νεοσσούς που αναπτύσσονται κανονικά
μέχρι τη μετανάστευση τους.
Στους υγροβιότοπους και ειδικά στη λίμνη Κερκίνη έχουν καταμετρηθεί 227
είδη πουλιών. Φωλιάζουν 128 είδη και 119 τη χρησιμοποιούν ως σταθμό στην
αποδημία τους. Επίσης 77 είδη διαχειμάζουν εκεί, ενώ 76 είδη αναφέρονται
στον Εθνικό Κόκκινο Κατάλογο (Κατάλογο απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών).
Τουλάχιστον 31 είδη προστατεύονται από την Κοινοτική Οδηγία 79/409 της
Ε.Ο.Κ.
Σύμφωνα με άλλες ποσοτικές εκτιμήσεις, οι πληθυσμοί πολλών σημαντικών ειδών,
που φώλιαζαν στην Κερκίνη μέχρι το 1981, ήσαν αναμφίβολα οι μεγαλύτεροι
στην Ελλάδα. Αλλά στις ημέρες μας, με την κατασκευή του νέου φράγματος
και των αναχωμάτων του, οι πλυθησμοί αυτοί έχουν μειωθεί αισθητά. Επίσης,
κατά τη μεταβατική αυτή περίοδο παρουσιάστηκε το πρόβλημα της αλαντίασης
(βατουλισμός) που έπληξε σημαντικό αριθμό υδροβίων, με συνέπεια σημαντικές
απώλειες του πληθυσμού τους.
Εξάλλου με την ανύψωση των αναχωμάτων και την άνοδο της στάθμης της λίμνης
κατακλύστηκαν μεγάλες εκτάσεις με φωλιές πουλιών, με αποτέλεσμα να διαταραχθεί
ουσιαστικά η ισορροπία του ευρύτερου υγροτοπικού συστήματος της Κερκίνης.
Η αναπαραγόμενη στην Κερκίνη υδρόβια ορνιθοπανίδα αλλά και αυτή που μόνο
φωλιάζει εκεί που ο πληθυσμός της-όπως διαπιστώνεται-είναι αρκετά μεγάλος
οφείλουν πολλά στην μειωμένη γενικά ανθρώπινη δραστηριότητα που παρατηρείται
στον πρωτογενή, δευτορογενή και τριτογενή τομέα της περιοχής της λίμνης.
Δεδομένου ότι οι αβαθείς βαλτότοποι της Κερκίνης κατέχουν την πιο σημαντική
θέση ανάμεσα στους λίγους που έχουν απομείνει στους ελληνικούς υγροτόπους
και δεδομένου επίσης ότι σ' αυτούς οφείλει την ύπαρξη του ένα μεγάλο μέρος
του πληθυσμού των υδρόβιων πουλιών, που χαρακτηρίζονται από μεγάλη εθνική
και διεθνή σημασία, η άμεση διατήρηση και προστασία τους αποτελεί επιτακτική
υποχρέωση όλων μας. Από τα άλλα θηλαστικά , αξιοσημείωτη είναι η παρουσία
του τσακαλιού της περιοχής της λίμνης μόνο, σε ολόκληρο το νομό, η μοναδική
σε επιστημονική αξία παρουσία του κοπαδιού βουβαλιών στα αβαθή της λίμης,
καθώς και της βίδρας σε όλα τα ορεινά και ημιορεινά ρέματα.
Η ερπετοπανίδα είναι και αυτή αξιόλογη σ' όλο το νομό όπως και η ιχθυοπανίδα.
Ο κέφαλος η μπριάνα, τα χέλια, τα γριβάδια, οι γουλιανοί, οι πέστροφες,
η κοκκινόφτερα, το γλυνί και άλλα έχουν οικονομική σημασία για τους κατοίκους
της περιοχής. Επίσης έχουν δημιουργηθεί πέντε μονάδες εκτροφής πέστροφας
και μια μονάδα εκτροφής γριβαδιών και χειλιού. Η συνολική παργωγή τους
φθάνει τους 700 τόννους το χρόνο.
Στο νομό Σερρών έχουν ιδρυθεί 25 μεγάλα και μικρά καταφύγια θηραμάτων συμπεριλαμβανομένης
και της ελεγχόμενης κυνηγετικής περιοχής, της οποίας το ετήσιο πρόγραμμα
κυνηγιού επιτρέπει- ή απαγορεύει με ειδικό τέλος εισόδου και ειδική τιμή
για κάθε θήραμα- μια ορθολογικότερη ρύθμιση της θηραματικού της κεφαλαίου.
Επίσης η λίμνη της Κερκίνης εξακολουθεί να λειτουργρεί ως ετήσιο ή διετές
καταφύγιο για όλα τα υδρόβια και μη θηράματα της.
|
|
Τελευταία ανανέωση (08.01.09)
|
|
|
|
|
|
Οι σπουδαιότεροι επιφανειακοί υδατικοί πόροι του νομού Σερρών ουσιαστικά
είναι οι ποταμοί και χειμαρροπόταμοι, που διασχίζουν το νομό.
Οι κυριότεροι από αυτούς είναι:
-
Στρυμώνας ποταμός με ελάχιστη παροχή 12 κυβ.μ./sec
-
Αγγίτης ποταμός με ελάχιστη παροχή 4 κυβ.μ./sec
-
Κρουσοβίτης (χείμαρροι) με μέση παροχή 400 lt/sec
Άλλοι υδατικοί πόροι είναι:
-
Το ρέμα Αγκίστρου
-
Το ρέμα Αγίου Ιωάννη
-
Το ρέμα των Ποροϊων
-
Το ρέμα του Ελαιώνα
-
Τα γαλάζια νερά,κ.α.
Στο επιφανειακό υδατικό δυναμικό του νομού συγκαταλέγεται και η λίμνη Κερκίνη,
της οποίας η έκταση φθάνει στα 72.700 στρέμματα, όταν το νερό φθάσει στο
υψόμετρο των 36,0 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και η χωρητικότητα
της ξεπερνάει τα 300.000.000 κυβ.μ. νερού.
|
|
Τελευταία ανανέωση (08.01.09)
|
|
|
|
|
|
Στο νομό διακρίνονται δύο κλιματικές περιοχές.
α) η ορεινή του βόρειου τμήματος και
β) η νοτιοανατολική.
Η πρώτη χαρακτηρίζεται από αυξημένο ύψος βροχοπτώσεων, δριμύτερους χειμώνες
και βραχεία βλαστική περίοδο. Η μέση μηνιαία θερμοκρασία κατεβαίνει κάτω
από τους 15 βαθμούς Κελσίου από τον Οκτώβριο και ανεβαίνει πάλι τον Μάιο.
Ψυχρότεροι μήνες είναι ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος. Παρατηρούνται πρώιμοι
και όψιμοι παγετοί.
Η δεύτερη κλιματική ζώνη χαρακτηρίζεται από μικρότερου ύψους βροχοπτώσεις,
που κυμαίνονται από 500-600χλσ. Η μέση μηνιαία θερμοκρασία κατεβαίνει κάτω
από τους 15 βαθμούς Κελσίου το Νοέμβριο, με εμφάνιση ημερών παγετού από
τις αρχές του μήνα. Ο ψυχρότερος μήνας είναι ο Ιανουάριος ενώ θερμότεροι
είναι ο Ιούλιος και ο Αύγουστος.
Η κατανομή των βροχοπτώσεων παρουσιάζει δύο απόλυτα μέγιστες τιμές, την
κύρια το Νοέμβριο και τη δευτερεύουσα το Μάιο.
|
|
|
|
Από το 1.628.000 στρέμματα καλλιεργήσιμης έκτασης, τα 1.000.000 στρέμματα
βρίσκονται στην πεδιάδα που οριοθετείται συμβατικά ως το υψόμετρο των 50μ.
περίπου.
Από τις πεδινές εκτάσεις αρδεύονται 700.000 στρέμματα. Τα εγγειοβελτιωτικά
έργα στο νομό κατασκευάζονται, κυρίως, στο πεδινό τμήμα του διότι εξυπηρετούν
τα 2/3 της καλλιεργήσιμης γης.
Σε 400.000 στρέμματα έγινε αναδασμός. Η γεωργία στο νομό θεωρείται πολύ
καλά αναπτυγμένη και αποτελεί την κυρίαρχη δραστηριότητα. Υπάρχει ικανό
διαθέσιμο υδατικό δυναμικό, τα εγγειοβελτιωτικά έργα έχουν σχετικά χαμηλό
κόστος, η αξιοποίηση των έργων φθάνει στο 100% από τον πρώτο χρόνο της
κατασκευής τους και βέβαια η γεωργία ασκείται εντατικά με κύριες καλλιέργιες
το καλαμπόκι, τη μηδική, τα ζαχαρότευλα, το βαμβάκι, το ρύζι κ.α.
Το ιδιοκτησιακό καθεστώς της καλλιεργούμενης γης αποτελείται κατά 90% από
ιδιωτικές εκτάσεις, με μέσο όρο έκτασης κατά οικογένεια 28 στρέμματα.
|
|
|
|
|
|